Sunday, January 18, 2015

Αναλογίες



         Τό ἀπέραντο, τά κύματα,

         ὁ βυθός.

         Τό μέγεθος, οἱ μεταπτώσεις,

         τό  βάθος.

         Θάλασσα- Ἀγάπη

         Ἀναλογίες.
       (από την ανέκδοτη συλλογή Εγκώμιον)

Αθλούμενοι στη μελαγχολία

 "...Η μελαγχολία είναι η πτώση στην άβυσσο, είναι η εμπειρία της απουσίας εγγενούς νοήματος και μιας ύστατης υπερβατικής αναφοράς ή παρηγορίας και για αυτό είναι απολύτως αναγκαία για μια αναστοχαστική τέχνη του βίου. Η μελαγχολία δεν εξαλείφεται ούτε εξορκίζεται, πράγμα άλλωστε επιθυμητό διότι μας υποδεικνύει τη δόση ματαιότητας που εμπεριέχει κάθε τέχνη του βίου. Η μελαγχολία μάς υπενθυμίζει ότι διάγουμε τον βίο μας στο χείλος αυτής της αβύσσου ότι το ζητούμενο δεν είναι να "πετύχουμε" ή να "νικήσουμε". Μας υπενθυμίζει ότι η διαμόρφωση του βίου θα μείνει αναγκαστικά ημιτελής, ότι θα αφήσουμε πίσω μας, ανολοκλήρωρα σχέδια, απραγματοποίητες επιθυμίες και ανείπωτα λόγια. Η μελαγχολία είναι η επίγνωση της αδυναμίας μας...Η μελαγχολία υποδεικνύει στην  τέχνη του βίου τα όριά της...Η μελαγχολία δεν είναι ασθενεια και για αυτό δεν επιδέχεται θεραπείας, όμως είναι δυνατόν να βιωθεί διαφορετικά.Μια αναστοχαστική τέχνη του βίου περιλαμβάνειτη μελαγχολία στους κόλπους της εξασφαλίζοντας έτσι ένα πυρήνα διαρκούς ανησυχίας και αμφιβολίας που την διατηρεί σε εγρήγορση αναθερμαίνοντας την ευαισθησία..." 
   (του Θεοφάνη Τάση στην Καθημερινή της Κυριακής)

Wednesday, January 7, 2015

Με τον τρόπο της σκέψης του Ελύτη

      "Η μοναξιά είναι -θα πρέπει να 'ναι- για τον ποιητή ό,τι ο αέρας και το νερό για το λουλούδι. Μέσα στη μοναξιά ανθίζει η ποίηση. Από τη μοναξιά του ποιητή κραταιώνεται. Μέσα στους κόλπους της μοναχικότητας και μόνο βρίσκει τη δύναμη ο ποιητής να αντιπαρατεθεί στον μεγάλο του αντίπαλο:στον εαυτό και να βρει τον πιο μεγάλο του σύμμαχο:τον εαυτο του πάλι..
      Μόνος ξεκινά κανείς μέσα στην ποίηση, για να συντελεστεί το μέγα μυστήριο της ένωσης με τον άλλο. Τον κάθε άλλο. Τον εδώ ή τον πέρα. Τον εντός μας και τον δίπλα μας. Για να του ψιθυρίσουμε αλήθειες και όνειρα. Για να γυμνωθεί ο ποιητής ως την άκρα ταπείνωση. Και να εισπράξει την απροσμέτρητη ανταμοιβή. Τη μέθεξη στο θαύμα.
      Κι είναι αυτή η πράξη του πράξη αντάρτη και υποτακτικού μαζί. Πράξη νομιμοφροσύνης και αντιπαράθεσης. Πρώτα και κύρια με το παρελθόν. Με τους προγόνους. Ποιητές και μη.
                       Για σένα έχω μιλήσει σε καιρούς παλιούς
                       Με σοφές παραμάνες και μ' αντάρτες απόμαχους
       Είναι το παρελθόν που καθοδηγεί, που δίνει στον ποιητή τα υλικά και την προαιώνια δύναμη να ανδρωθεί για να ορθωθεί και να το νικήσει. Να πατήσει πάνω σε χνάρια παλιά, να αφήσει ίχνη δικά του. Αλλά μόνος. Σε αυτόν τον αγώνα δεν υπάρχει συνοδοιπόρος. Μόνο στοιχειά, που άλλοτε τον κατευοδωνουν κι άλλοτε τον καταδιώκουν. Στο βάθος η Ποίηση πάντα κραταιά τον περιμένει, για να του δώσει όχι  αγάπη, αλλά ταραχή κι αντάρα. Τέτοια ζωή. Στα άκρα.
                        Που δε θέλω αγάπη αλλά θέλω τον άνεμο
                        Αλλά θέλω της όρθιας ξέσκεπης θάλασσας τον καλπασμό                                   
         Ορθώνονται τα στοιχεία της φύσης. Φέρνουν τα πάνω κάτω στην ψυχή και στην ύπαρξη. Δεν είναι ηρεμία και γαλήνη, είναι ανατροπή η Ποίηση. Ή τουλάχιστον τέτοια που την θέλει ο Ελύτης:μια όρθια ξέσκεπη θάλασσα, κι αυτός καραβοκύρης τρελός να πλοηγεί το σκαρί του κόντρα στα κύματα….  Ο Ελύτης ανήκει στους ποιητές που η σχέση τους με την ποίηση ήταν μια διαρκής αναμέτρηση με το όλο. Η κάθε λέξη που έβαλε πάνω στο χαρτί ήταν κι ένας άθλος επί του απείρου…Δεν απαγκιάζει στην Ποίηση ο Ελύτης. Και κυρίως δεν την χρησιμοποιεί…Αφήνεται σε αυτήν για να τον χρησιμοποιήσει.
 Την άγρια αυτή ώρα, τη μυστική, επισφραγίζεται η συμφωνία με τον Θεό:
                                 Για σένα μόνο δέχτηκε ο Θεός να μου οδηγεί το χέρι
  Η συναίνεση αυτή σημαίνει και το θεϊκό δώρο. Αντίδωρο η ποίηση. Τίμημα η μοναξιά".

(Από τη μελέτη  του Γιάννη Ευθυμιάδη  Δώδεκα κείμενα συνομιλίας με το Μονόγραμμα του Οδυσσέα Ελύτη, εκδ. Καλλιγράφος) 
   


ΜΕ ΤΗ ΝΕΑ ΧΡΟΝΙΑ!!



              Χαῖρε Χρόνε Ἄχρονε,
             Ἑτοιμάζω τά δοχεῖα γιά τή νέα  ἐσοδεία
             Νά μοῦ χωρέσεις ποσότητες
             Ἡδονῆς ἤ πόνου
             Γιά νά μετρήσω ἔτσι στήν ὥρα τοῦ θανάτου σου
            Τό μέγεθος τῆς ὕπαρξής μου.
                                       (Από τη συλλογή 30 και 1 Νυχτερινές Αντανακλάσεις)